- φιλοτομαρισμός
- ο шкурничество
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
φιλοτομαρισμός — ο, Ν υπέρμετρος εγωισμός, υπερβολικός ατομικισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + τομάρι + κατάλ. ισμός*] … Dictionary of Greek
φιλοτομαρισμός — ο η φιλαυτία (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
φιλαυτία — η υπερβολική αγάπη του εαυτού (μας), υπέρμετρος εγωισμός, εγωκεντρισμός, εγωλατρία, εγωμανία, φιλοτομαρισμός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
φιλοζωία — η 1. η υπερβολική αγάπη της ζωής, ο φιλοτομαρισμός: Η φιλοζωία σημαίνει εγωισμό και φιλαυτία. 2. μαλθακότητα, τρυφηλότητα, φιληδονία, ακολασία. 3. δειλία: Η φιλοζωία δεν οδηγεί σε γενναίες πράξεις … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)